ενδημισμός

ενδημισμός
ο 1. το χαρακτηριστικό τής ενδημικής ιδιότητας
2. ο χαρακτήρας τής χλωρίδας ή τής πανίδας τής οποίας τα είδη έχουν γεωγραφική εξάπλωση μόνο σε ορισμένες περιοχές.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”